Του Νίκου Ζαρταμόπουλου
Τη «δημιουργική ασάφεια» του κ. Βαρουφάκη ήρθε τελικά να τη διασαφηνίσει η Πρόεδρος της Βουλής, με την κυνική της δήλωση ότι η κατάργηση των μνημονίων με έναν νόμο ήταν ένα «σχήμα λόγου» και με την ακόμα κυνικότερη προσπάθεια της να καλύψει την ουσία της σημερινής διαπραγμάτευσης μέσα από ένα μπουκέτο κηρυγμάτων περί εθνικής κυριαρχίας και δημοκρατίας.
Οι αριστερές κορώνες για κατάργηση των μνημονίων χωρίς σύγκρουση με την ΕΕ και το σύστημα των μονοπωλίων τελειώνουν λοιπόν μέσα σε μια ακόμα κακοφωνία εθνικής ψωροπερηφάνιας. Στη γλώσσα του οπορτουνιστικού συνονθυλεύματος του ΣΥΡΙΖΑ η πολυδιαφημισμένη «ελπίδα» αποδεικνύεται τελικά συνώνυμο της διαχρονικής, κυνικής και κουτοπόνηρης λογικής ό,τι καταφέρουμε να πάρουμε ή να γλιτώσουμε καλό είναι. Μπορούμε να καταριόμαστε όσο θέλουμε τους δανειστές για μοχθηρία και απληστία, αυτοί όμως είναι οι «εταίροι» μας, δεν μπορούμε να τους αλλάξουμε, μπορούμε μόνο να τους ξεγελάσουμε ή να τους εκβιάσουμε. Αυτό ήταν πάντα το περιεχόμενο του πατριωτισμού της αστικής τάξης, του κάλπικου εκείνου πατριωτισμού που στήριζε τον διαρκή εξανδραποδισμό του λαού και των εργαζόμενων στα διεθνή ιμπεριαλιστικά παζάρια με την υπόσχεση «μιας πώλησης σε σχετικά καλή τιμή». Δεν είναι λοιπόν παράξενο που, σε αυτό το έδαφος, ο οπορτουνισμός ανακάλυψε στους ΑΝΕΛ τους «τίμιους δεξιούς πατριώτες» των παλαιών ονείρων του Λεωνίδα Κύρκου, ενώ στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν διστάζουν σε ορισμένες περιπτώσεις να «χαϊδεύουν» ακόμη τους χρυσαυγίτες ναζιστές.
Όμως πραγματική ελπίδα για μια καλύτερη ζωή για τον εργαζόμενο δεν νοείται χωρίς να αναγνωριστεί η πραγματικότητα του συστήματος μέσα στο οποίο ζούμε και χωρίς σύγκρουση φυσικά με τον νόμο των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών και των μονοπωλίων σε κάθε χώρα.
Η πραγματικότητα αυτή λέει ότι -ήδη από την εποχή των Λευκών Βίβλων- στην ΕΕ δεν υπάρχει καμιά ασάφεια και καμιά ταλάντευση όσον αφορά την κατεύθυνση και το περιεχόμενο των μεταρρυθμίσεων στο Κράτος, στο εργασιακό, στο ασφαλιστικό, στο φορολογικό κ.ά. Είναι σαφές ότι όποιο κι αν είναι το μίγμα οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται (λίγο πιο περιοριστικό/νεοφιλελεύθερο ή λίγο πιο επεκτατικό/κεϋνσιανό) είτε η κάνουλα της ρευστότητας ανοίγει είτε κλείνει, όσος ανταγωνισμός κι αν αναπτύσσεται ανάμεσα σε μερίδες του κεφαλαίου, αυτές ενώνονται με βάση μια δέσμη κοινών στόχων: αποκρατικοποιήσεις, κατάργηση δικαιωμάτων που είχαν παραχωρηθεί σε εργαζόμενα και μεσαία στρώματα κατά τη μεταπολεμική περίοδο και που σήμερα κρίνονται «ασύμφορα» και μη αποδοτικά, μεγιστοποίηση της εκμετάλλευσης της εργασίας, υπερφορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων ως αντιστάθμισμα στις φοροαπαλλαγές προς το κεφάλαιο κ.ά., κι όλα αυτά με σκοπό τη συνολική ενίσχυση της κερδοφορίας των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.
Ασάφειες υπάρχουν πράγματι και δεν επιλύονται μόνο «δημιουργικά» αλλά και με συγκρούσεις ανάμεσα σε εθνικές αστικές τάξεις και σε μονοπώλια. «Ζαβολιές» όσον αφορά τον χρόνο και τον ρυθμό υλοποίησης των προαποφασισμένων κατευθύνσεων έχουν γίνει πολλές, σχεδόν από όλες τις εθνικές ή άλλες μονοπωλιακές μερίδες στην ΕΕ. Η κάθε μερίδα διεκδικεί –κι όπου μπορεί επιβάλλει- «εξαιρέσεις» και «χρόνο προσαρμογής» με σκοπό να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό και να είναι σε θέση να διαχειριστεί στοιχειωδώς τις κοινωνικές αντιδράσεις.
Δεν είναι λοιπόν έκπληξη που, μέσα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης και ασφυκτικών αδιεξόδων για την ελληνική αστική τάξη, κάποιες μερίδες της διεκδικούν μέσω της συγκυβέρνησης ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για την κερδοφορία τους. Αυτό είναι και το κρυφό νόημα και μιας άλλης «πονηρής» αλλαγής ορολογίας που είχαμε μετά τις εκλογές: από τοδεν θα δεχτούμε μνημονιακά/αντεργατικά μέτρα περάσαμε στις δηλώσεις του τύπου δεν θα δεχτούμε «υφεσιακά» μέτρα. Ας διαπληκτίζονται Βαρουφάκης-ΔΝΤ-Σόιμπλε για το τι είναι «υφεσιακό» και τι όχι. Το σημαντικό είναι πως η συγκυβέρνηση πρεσβεύει πλέον και επισήμως το δόγμα: Θυσίες ναι, αλλά λελογισμένες και μόνο αν οδηγούν σε έξοδο από την ύφεση. Η ανάκτηση της κερδοφορίας με θυσία των λαϊκών εισοδημάτων και δικαιωμάτων είναι δεδομένη σε κάθε περίπτωση. Ένα από τα διαφιλονικούμενα ζητήματα είναι βέβαια και ο ρυθμός των θυσιών (που δεν πρέπει να πιέζει τις ανάγκες των ελληνικών μονοπωλίων για διασφάλιση της κερδοφορίας τους).
Η παρούσα συγκυβέρνηση –όπως και οι προηγούμενες- καλεί τον λαό να υποστηρίξει την «εθνική διαπραγματευτική θέση» μήπως έτσι σώσει «κατιτίς» από τα δικαιώματά του. Για να κερδίσει πόντους στο μπρα-ντε-φερ ανάμεσα σε ελληνικά και ευρωενωσιακά μονοπώλια, δεν διστάζει να «βάζει μπροστά» τα εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα ενώ, αφενός τα έχει ήδη προγράψει (εφόσον αποδέχεται το ευρωενωσιακό πλαίσιο) αφετέρου είναι έτοιμη να τα θυσιάσει έστω και για μια προσωρινή ανάκαμψη της οικονομίας.
Επομένως, η …υπερήφανη αντίσταση με σημαία ένα «κατιτίς» στην οποία μας καλεί σήμερα η συγκυβέρνηση δεν είναι στην ουσία τίποτε άλλο παρά ένα κάλεσμα για να βάλουμε φαρδιά-πλατιά την υπογραφή μας στη διαρκή θυσία των δικαιωμάτων μας υπέρ της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Είναι ένα κάλεσμα να επενδύσουμε τις ελπίδες μας στα κάθε λογής «αντίδωρα» που θα δοθούν για τις παραχωρήσεις βάσεων και προνομίων στη μια ή στην άλλη ιμπεριαλιστική δύναμη που η συγκυβέρνηση βαφτίζει κάθε φορά «συμμαχική».
Με δημοψήφισμα ή με«πατριωτικά συλλαλητήρια», με «συμφωνία» ή με «ρήξη και χρεωκοπία», το βέβαιο είναι πως η ψευδεπίγραφη «αντιστασιακή» σημαία κάτω από την οποία η συγκυβέρνηση επιχειρεί σήμερα να βάλει τους εργαζόμενους είναι ξένη προς τα ταξικά συμφέροντά τους. Το αποτέλεσμα θα είναι οικονομική εξαθλίωση αλλά και ηθική εξαχρείωση που θα παραλύει τις αντιστάσεις. Γιατί την πραγματική αντίσταση στα μέτρα εξαθλίωσης δεν μπορούν να την προβάλουν οι εργαζόμενοι όταν προσυπογράφουν θυσίες που δεν μπορούν να τις αντέξουν, ελπίζοντας μόνο να είναι «κάπως ήπιες» και να μην πλήξουν τους ίδιους ή τον κλάδο τους, αλλά μόνο όταν με γνήσια ταξική υπερηφάνεια αρνούνται να μπουν κάτω από τη σημαία του αστικού πατριωτισμού και οργανώνονται για να διεκδικήσουν τον πλούτο που παράγουν.
Νίκος Ζαρταμόπουλος
Εφημερίδα Νέο Εμπρός
φ. 1087, 20-5-2015, σελ. 7
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου