Παιδάκι ήμουνα πριν από τον ερχομό της τηλεόρασης στην Ελλάδα, μέσα της δεκαετίας του '60, όταν η διασκέδαση και η ενημέρωση μας κρέμαγε τ' αυτιά στο ραδιόφωνο. Αμυδρά θυμάμαι τη γιαγιά μου που εκεί κοντά στις εννιά το βράδυ άκουγε μια εκπομπή με θρυλιάρικη μουσική και μια βαθιά ανδρική φωνή. Τίτλος της, «Στον ιστό της αράχνης». Ιστορούσε τις περιπέτειες ανθρώπων πιασμένων στα νύχια των κομμουνιστών. Εκεί άκουσα το ...σιδηρούν παραπέτασμα κι άλλα τέτοια βαρύγδουπα. Υστερα έμπαινε ο πατέρας μου γυρνώντας αργά απ' το γραφείο, και έλεγε γεμάτος κατανόηση στην πεθερά του, πάλι τέτοιες αηδίες ακούτε; Η γιαγιά δεν άκουγε. Παράξενο πράμα. Επασχε από τη νευρασθένεια της αϋπνίας, λέγανε. Κι όμως, με τον «Ιστό» κοιμόταν μια χαρά στην πολυθρόνα! Ποτέ δεν ήξερε τίποτε για το περιεχόμενο. Κι εγώ που ήξερα για το Διάστημα και τον ωραίο Γκαγκάριν, την απίθανη Τερεσκόβα, και έφτιαχνα διαστημικές πόλεις με κεσεδάκια από γιαούρτι και τα πρώτα πλαστικά μπουκάλια γάλατος, πολύ τους θαύμαζα αυτούς τους «ερυθρούς», που είχαν άλλωστε απελευθερώσει τον πατέρα μου από τους ναζί... Η υπνοπαιδεία της εποχής είχε πάνω μου, δυστυχώς για τους τότε προπαγανδιστές, ολότελα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ο «ιστός της αράχνης» λοιπόν, τώρα που ξέρω αυτό που δεν έμαθαν ποτέ ακόμα και οι δήθεν διώκτες του ηλεκτρονικού εγκλήματος σήμερα, είχε όλες τις προδιαγραφές του ελκυστικά σκοτεινού και γοητευτικά απαγορευμένου υλικού που τραβάει σαν το λουλούδι τις μέλισσες και τα σκατά τις μύγες. Αν είσαι μύγα ξέρεις πού θα πας και μέλισσα το ίδιο.