Ο πατέρας της Ιφιγένειας ήταν δάσκαλος σ ένα μικρό χωρίο της Αρχαίας Ολυμπίας.
Εκεί, ανάμεσα στους ίδιους ουρανούς που ατένιζαν τα ερείπια των ναών, των αφιερωμένων στα ολυμπιακά ιδεώδη, εκεί, τη δεκαετία του 20 και του 30 ο δάσκαλος, προσπαθούσε να μάθει στα παιδιά να μετρούν τα άστρα. Δύσκολο έργο, μεγάλος ο αγώνας καθώς το ψωμί λιγοστό, λιγοστά και τα βιβλία, και γυμνά τα πόδια των μαθητών κάτω από τα ξύλινα θρανία μέσα στο καταχείμωνο. Όλα όμως θυμούνταν ως το τέλος της ζωής τους εκείνον τον φωτεινό δάσκαλο που ήξερε να τους κάνει να φτιάχνουν όνειρα για έναν καλύτερο κόσμο, για μια καλύτερη ζωή όπου όλα τα παιδιά του κόσμου θα είχαν παπούτσια και βιβλία.
- Μα γίνεται να έχουν όλοι παπούτσια και βιβλία, Δάσκαλε;
- Γίνεται, απαντούσε ο δάσκαλος και πρέπει να έχουν όλα τα παιδιά παπούτσια και βιβλία.
Με αυτές τις ιδέες μεγάλωσε και τα πέντε του παιδιά. Τον Πάνο, τον Χρήστο, την Κωστούλα, την Μαριγώ και την Ιφιγένεια. Ο Χρήστος έγινε δικηγόρος και ο Πάνος γιατρός. Τα κορίτσια τελείωσαν το γυμνάσιο πράγμα σπάνιο για κορίτσια εκείνη την εποχή.