Την ίδια ώρα που διάφορα σενάρια δίνουν και παίρνουν ενόψει των ψηφοφοριών για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο των εντεινόμενων διεργασιών και ανακατατάξεων στο αστικό πολιτικό σύστημα, γίνονται όλο και πιο καθαρά τα «διλήμματα», που θα θέτουν όλο και εντονότερα στο λαό οι δυνάμεις της αστικής διαχείρισης και τα επιτελεία του συστήματος, τόσο μπροστά στη διαδικασία της προεδρικής εκλογής, όσο και μπροστά στις ενδεχόμενες εκλογές.
Με την τρομοκρατία και τις ψεύτικες ελπίδες που επιστρατεύουν οι δύο πόλοι του αστικού πολιτικού συστήματος, επιχειρούν να κρατήσουν το λαό στη γωνία, θεατή των εξελίξεων, να αποσπάσουν τη λαϊκή συναίνεση στη μία ή την άλλη εκδοχή της αντιλαϊκής διαχείρισης.
Αυτόν το στόχο εξυπηρετεί τόσο το δίλημμα «σταθερότητα ή πολιτική αβεβαιότητα», που προβάλλει η συγκυβέρνηση, ισχυριζόμενη ότι η εκλογή Προέδρου σε αυτό το «κρίσιμο διάστημα για τις διαπραγματεύσεις» είναι μονόδρομος για την «έξοδο από το μνημόνιο» και για να «πιάσουν τόπο οι θυσίες του λαού», όσο και το δίλημμα «παραμονή μιας κυβέρνησης που δε θέλει και δεν μπορεί να διαπραγματευτεί ή πραγματική διαπραγμάτευση και εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο με μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ» που θέτει η Κουμουνδούρου.
Διλήμματα υπαρκτά μόνο σε ό,τι αφορά τις επιδιώξεις του κεφαλαίου: Ποιες δυνάμεις και με ποιο μείγμα αντιλαϊκής διαχείρισης μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα τα συμφέροντα των μονοπωλίων, ποιες δυνάμεις μπορούν να εξασφαλίσουν, στην τρέχουσα φάση, τη στοίχιση του λαού πίσω από τους στόχους τους. Αυτή είναι, άλλωστε, η ταξική ουσία, τόσο των παζαριών με την τρόικα, όσο και του συνολικότερου διαγκωνισμού συγκυβέρνησης – ΣΥΡΙΖΑ.
Για το λαό, ωστόσο, τα διλήμματα αυτά είναι πέρα για πέρα αποπροσανατολιστικά. Τόσο η μία όσο και η άλλη εκδοχή (όπως και όλες οι παραλλαγές τους, τόσο σε επίπεδο μείγματος διαχείρισης, όσο και στο επίπεδο των πολιτικών πάρε - δώσε και των «συναινετικών» κομπρεμί, που πάντα είναι στο τραπέζι) έχουν το ίδιο αντιλαϊκό ζητούμενο: Τη στήριξη της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων.
Στόχος που προϋποθέτει, σε κάθε περίπτωση, τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής, με έμφαση στη διασφάλιση φθηνής εργατικής δύναμης και νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο: Μονιμοποίηση του πυρήνα του αντεργατικού πλαισίου που διαμορφώθηκε στην προηγούμενη περίοδο, ενίσχυσή του με νέα αντιλαϊκά μέτρα, που θα προστεθούν και στην επόμενη φάση, ακριβώς επειδή δεν πρόκειται για «μέτρα Σαμαρά» ή για «σχέδιο Τσίπρα», αλλά για πάγιες απαιτήσεις των μονοπωλίων πριν ακόμα από την κρίση, διακηρυγμένες με σαφήνεια στη στρατηγική της ΕΕ, ενισχυμένες πλέον και με τη μόνιμη επιτήρηση των μνημονίων διαρκείας της ΕΕ, που αποδέχονται τόσο η συγκυβέρνηση όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Κόντρα στο βομβαρδισμό περί «σταθερότητας» και «διαπραγμάτευσης», για τους εργαζόμενους και το λαό το πραγματικό δίλημμα είναι ένα: Θα συνεχίσουν να εγκλωβίζονται ανάμεσα στα κελεύσματα υποταγής στην αντιλαϊκή πολιτική της συγκυβέρνησης για να «μην πάνε χαμένες οι θυσίες» και στις κάλπικες προσδοκίες που καλλιεργεί ο ΣΥΡΙΖΑ ότι θα δουν «άσπρη μέρα» από μια κυβερνητική εναλλαγή εντός των τειχών της ΕΕ και της εξουσίας των μονοπωλίων; 'Η θα γίνουν οι ίδιοι πρωταγωνιστές των εξελίξεων, δίνοντας ώθηση στην ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος και τη συγκρότηση της Λαϊκής Συμμαχίας, στην πάλη ενάντια στα μονοπώλια και τις κυβερνήσεις τους, για ανάκτηση των απωλειών, για να ανοίξει ο δρόμος, ώστε στην εξουσία να έρθει ο ίδιος ο λαός; Προσπάθεια στην οποία πρωτοστατεί το ΚΚΕ με όλες τις δυνάμεις του.
«Όποια και αν είναι η απόφαση του ελληνικού κοινοβουλίου, υπάρχουν τρόποι για να προχωρήσουμε», είπε προχτές χαρακτηριστικά ο επίτροπος Οικονομίας της ΕΕ, Π. Μοσκοβισί, επιβεβαιώνοντας ότι οι αντιλαϊκές εξελίξεις δεν μπορούν να αποτραπούν από δυνάμεις που υπηρετούν τον αντιλαϊκό δρόμο του κεφαλαίου και της ΕΕ. Εχει, όμως, και ο λαός τον «τρόπο» του να απαντήσει: Με ισχυρό ΚΚΕ παντού, με ενίσχυση του μοναδικού πραγματικού αντιπάλου των μονοπωλίων και της ΕΕ!
Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τη στήλη «Η Άποψη μας» του Ριζοσπάστη της Πέμπτης 11 Δεκέμβρη 2014.