Δεν πρόλαβε να στεγνώσει το μελάνι από το έγκλημα που διέπραξε ψηφίζοντας το νόμο - λαιμητόμο για το Ασφαλιστικό, η κυβέρνηση σπεύδει να ανοίξει και το Εργασιακό. Αυτό ακριβώς μαρτυρούν οι δηλώσεις της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας, που άρχισε να περιδιαβαίνει τα ΜΜΕ και να χαράσσει πάλι «κόκκινες γραμμές»! Ετσι, ο Γ. Κατρούγκαλος, σε τηλεοπτική του συνέντευξη, αφού κατηγόρησε το ΔΝΤ ότι «ζητάει ομαδικές απολύσεις» συμπλήρωσε: «Αλλά είναι προφανώς κάτι το οποίο εμείς ποτέ δεν πρόκειται να δεχθούμε. Δείξαμε ότι σεβόμαστε τις "κόκκινες γραμμές" μας». Ως απόδειξη, παρουσίασε τον ισχυρισμό ότι «καμία κύρια σύνταξη δεν μειώθηκε...»! Θυμίζουμε ότι ο λογαριασμός που έστειλε η κυβέρνηση στο λαό για το Ασφαλιστικό ξεπερνάει τα 8 δισ. ευρώ μόνο για την τετραετία 2016 - 2019...
Από κοντά και ο γγ του υπουργείου Εργασίας, Αν. Νεφελούδης, πουλάει νταηλίκι και δηλώνει: «Δεν περνάνε αυτά από μας, δεν υπάρχει περίπτωση. Το έχω πει, ξέρω ποια είναι η πολιτική επιλογή μας, δεν υπάρχει δυνατότητα να γίνουν ομαδικές απολύσεις και να ενεργοποιήσουμε το "λοκ άουτ"». Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά «στο ίδιο έργο θεατές». Στη γνωστή προπαγανδιστική τακτική της κυβέρνησης να εμφανίζεται ότι δίνει τάχα μάχες για το καλό των εργαζομένων, ότι τραβάει «κόκκινες γραμμές» και όλα τα σχετικά. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να δείξουν εμπιστοσύνη σε κανέναν από τους ισχυρισμούς της. Είναι κάλπικοι από την αρχή μέχρι το τέλος.
***
Ηδη, σύμφωνα με δημοσιεύματα, στα τέλη Μάη αναμένεται να συνεδριάσει η αποκαλούμενη Επιτροπή «Ανεξάρτητων» Εμπειρογνωμόνων, με στόχο να προτείνει νέες αντιδραστικές αλλαγές στην εργατική νομοθεσία. Εργο της, όπως ορίζεται από το νόμο που τη συγκρότησε, είναι «η επανεξέταση ορισμένων υφιστάμενων πλαισίων της αγοράς εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ομαδικών απολύσεων, της συλλογικής δράσης και των συλλογικών διαπραγματεύσεων». Σύμφωνα με το ίδιο κείμενο, «οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευτεί να ακολουθήσουν τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ στους θεσμούς της αγοράς εργασίας και να ενισχύσουν τον εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων».
Αυτό επιβεβαιώνεται και από τη δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης τον Ιούλη του 2015, στην οποία περιέχονταν μέρος των κατευθύνσεων που αργότερα συμπεριλήφθηκαν στο 3ο μνημόνιο και έγιναν νόμος του κράτους (4344/2015). Η δήλωση έλεγε καθαρά ότι η κυβέρνηση πρέπει «να πραγματοποιήσει αυστηρή αναθεώρηση και εκσυγχρονισμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της συνδικαλιστικής δράσης και, σε εναρμόνιση με τη σχετική οδηγία της ΕΕ και τη βέλτιστη πρακτική, των ομαδικών απολύσεων, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και την προσέγγιση που συμφωνήθηκε με τους Θεσμούς. Στο πλαίσιο αυτής της αναθεώρησης, οι πολιτικές της αγοράς εργασίας θα πρέπει να εναρμονισθούν με διεθνείς και ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές και θα πρέπει να αποφευχθεί επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντος που δεν είναι συμβατές με τους στόχους της προώθησης μιας ανάπτυξης βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς».
***
Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση έχει αναλάβει δέσμευση για μη «επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντος», δηλαδή για κατάργηση και των ελάχιστων που έχουν απομείνει για την προστασία των εργαζομένων. Το έδαφος στο οποίο θα πατήσει αυτή η νέα μεταρρύθμιση, στα Εργασιακά, δεν είναι καθόλου σαθρό: Οι ελαστικές μορφές απασχόλησης σπάνε κόκαλα (το 55% των νέων προσλήψεων είναι μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασίας), ενώ σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», το 1/3 των απολύσεων προέρχονται από τη λήξη συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Κατά συνέπεια, έχουν από τη φύση τους ημερομηνία λήξης, δηλαδή περιέχουν μέσα τους κατοχυρωμένη την απόλυση του εργαζόμενου. Πρόσφατα, κατά τη διάρκεια της 48ωρης απεργίας, η ΛΑΡΚΟ, που είναι μάλιστα υπό τον έλεγχο του κράτους, επέβαλε στους εργαζόμενους «λοκ- άουτ», δείχνοντας και με αυτόν τον τρόπο την αξία που έχουν οι «διαβεβαιώσεις» που δίνει η κυβέρνηση.
Οσο για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τα κυβερνητικά στελέχη μιλάνε κυριολεκτικά για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου. Η κυβέρνηση κορόιδεψε το λαό με υποσχέσεις για επαναφορά του κατώτερου μισθού, των συμβάσεων και των διαπραγματεύσεων και δεν τόλμησε να φέρει για ψήφιση ούτε ένα ελάχιστο μέτρο προστασίας των εργαζομένων. Μετά από αυτά, πάει πολύ να εμφανίζεται ως θεματοφύλακας των εργασιακών δικαιωμάτων...
απο τον Ριζοσπάστη